- κάστα
- Κλειστή κοινωνική ομάδα, με κύριο σκοπό την ακέραια μεταβίβαση της πολιτιστικής και βιολογικής κληρονομιάς της. Η κ. προέρχεται από τη λατινική λέξη castus που σημαίνει αγνός, καθαρός. Μολονότι υπάρχουν κ. σε μερικούς αφρικανικούς και πολυνησιακούς πολιτισμούς, στην Ινδία συναντάται το ακριβές παράδειγμα του συστήματος της κ., που μέχρι τα τελευταία χρόνια καθόριζε τη διάρθρωση της κοινωνίας της χώρας. Πιστεύεται ότι αρχικά το ινδικό σύστημα της κ. είχε σκοπό να διατηρήσει τη λευκή φυλή των Αρίων (arya σημαίνει ευγενής) από κάθε ανάμειξη με τους μελαψούς κατοίκους της χώρας (ντάσα). Αργότερα, στη διαίρεση αυτή προστέθηκαν πολυάριθμες υποδιαιρέσεις (περίπου 130), με κριτήρια θρησκευτικά, φυλετικά, πολιτικά, καλλιτεχνικά και επαγγελματικά. Οι κ. ομαδοποιούνται σε τέσσερις βάρνα (που σημαίνει χρώμα). Οι Άριοι, που ονομάζονται επίσης ντβι-τζα (δύο φορές γεννημένοι, μία φυσικά και μία κατά τη μύηση), ήταν αρχικά οργανωμένοι σε τρεις μόνο κ., χωρίς αυστηρή απαγόρευση των μεικτών γάμων: τους Βραχμάνους (ιερείς), τους Ξατρίγια (πολεμιστές) και τους Βαΐσια (γεωργούς-κτηνοτρόφους-εμπόρους). Οι Βραχμάνοι ήταν οι θεματοφύλακες της θρησκευτικής γνώσης και των ιερών τελετουργιών, οι Ξατρίγια παρείχαν τους πολεμιστές και τους βασιλιάδες και οι Βαΐσια αποτελούσαν την οικονομικά παραγωγική τάξη. Χωριστή από αυτές, τόσο λόγω της πολιτικής κατωτερότητάς της όσο και επειδή τη θεωρούσαν θρησκευτικά ακάθαρτη, ήταν η τέταρτη τάξη των Σούντρα (των δούλων), που αρχικά είχε διαμορφωθεί από ιθαγενείς, οι οποίοι ασχολούνταν με εργασίες που ήταν απαγορευμένες στους Αρίους (νεκροφόροι, δήμιοι, χασάπηδες, οδοκαθαριστές κλπ.). Οι Ινδοί αποδίδουν ιερή καταγωγή στις τέσσερις κ. και πιστεύουν ότι γεννήθηκαν –αντίστοιχα– από το στόμα, τα χέρια, τους μηρούς και τα πόδια του Βράχμα. Πέρα από αυτούς υπήρχαν και οι εκτός κ. (τσαντάλα), οι παρίες, που δεν είχαν κανένα πολιτικό ή θρησκευτικό δικαίωμα, είτε γιατί ήταν νόθοι από επιμειξία Αρίων και Σούντρα είτε γιατί ήταν ξένοι και άγριοι, και κατά συνέπεια δεν ανήκαν στην κλασική ινδική κοινωνία. Με την πάροδο των χιλιετιών, οι κ. διατήρησαν τον θρησκευτικό-κοινωνικό και επαγγελματικό χαρακτήρα τους, όμως από την εποχή της ανάκτησης της ανεξαρτησίας απώλεσαν κάθε σημασία στην πολιτική ιεραρχία.
* * *η1. (στους Ινδούς) κάθε χωριστή κοινωνική τάξη («η κάστα τών Βραχμάνων»)2. κοινωνική τάξη, φατρία ή ομάδα ανθρώπων που έχουν την ίδια εθνική, πολιτικοθρησκευτική και επαγγελματική δραστηριότητα και η οποία διακρίνεται έτσι από τους άλλους πολίτες3. ομάδα ανθρώπων που παραμένει αποκλεισμένη από τους άλλους ανθρώπους οι οποίοι δεν είναι μέλη της και στους οποίους δεν γνωστοποιεί τις γνώσεις και τις ιδέες της και δεν τούς καθιστά κοινωνούς τών επιδιώξεων και τών σκοπών της.[ΕΤΥΜΟΛ. < πορτογ. casta «αγνή» < λατ. castus «αγνός, καθαρός»].
Dictionary of Greek. 2013.